gołąbek

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

gołąbek < υποκοριστικό του gołąb

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

gołąbek (pl) αρσενικό

  1. υποκοριστικό του: gołąb, περιστεράκι
  2. λαχανοντολμάς