go ahead
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | go ahead |
γ΄ ενικό ενεστώτα | goes ahead |
αόριστος | went ahead |
παθητική μετοχή | gone ahead |
ενεργητική μετοχή | going ahead |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
go ahead (en)