go away

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας go away
γ΄ ενικό ενεστώτα goes away
αόριστος went away
παθητική μετοχή gone away
ενεργητική μετοχή going away

Ετυμολογία [επεξεργασία]

go away < → δείτε τις λέξεις go και away

Ρήμα[επεξεργασία]

go away (en)

  1. απομακρύνομαι, φεύγω
    He dropped the letter in the box and went away.
    Έριξε το γράμμα στο κουτί κι απομακρύνθηκε.
    I am going away for vacation tomorrow.
    Φεύγω για διακοπές αύριο.
  2. εξαφανίζομαι, χάνομαι
    You went away without saying anything.
    Εξαφανίστηκες χωρίς να πεις τίποτα.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη disappear

Πηγές[επεξεργασία]