Μετάβαση στο περιεχόμενο

golfe

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
golfe golfes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

golfe (fr) αρσενικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

crique, anse, baie



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

golfe (pt) αρσενικό