gorączkowy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
gorączkowy < gorączka
Επίθετο[επεξεργασία]
gorączkowy (pl)
gorączkowy < gorączka
gorączkowy (pl)