gracieux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | gracieux | gracieux |
θηλυκό | gracieuse | gracieuses |
gracieux (fr)
- γεμάτος χάρη, χαριτωμένος