granule
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
granule | granules |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
granule (fr) θηλυκό
- ο κόκκος
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη grain
ενικός | πληθυντικός |
granule | granules |
granule (fr) θηλυκό