graphique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɡʁa.fik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
graphique graphiques

graphique (fr) αρσενικό ή θηλυκό