Μετάβαση στο περιεχόμενο

greenhouse

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
greenhouse greenhouses

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
greenhouse < green + house

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

greenhouse (en)

  • το θερμοκήπιο
    παράδειγμα  I want seasonal vegetables and not greenhouse ones.
    Θέλω λαχανικά εποχής και όχι θερμοκηπίου.

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]