grisant
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | grisant | grisants |
θηλυκό | grisante | grisantes |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- grisant < → δείτε τη λέξη griser
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]grisant (fr)