hépatopathie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hépatopathie | hépatopathies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
hépatopathie (fr) θηλυκό
- (ιατρική) η ηπατοπάθεια
ενικός | πληθυντικός |
hépatopathie | hépatopathies |
hépatopathie (fr) θηλυκό