héréditaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /e.ʁe.di.tɛʁ/
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
héréditaire | héréditaires |
héréditaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
héréditaire | héréditaires |
héréditaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό