hardiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

hardiĝi < hard- + -iĝ- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα hardiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας hardiĝas hardiĝanta hardiĝata
αόριστος hardiĝis hardiĝinta hardiĝita
μέλλοντας hardiĝos hardiĝonta hardiĝota
υποθετική hardiĝus - -
προστακτική hardiĝu - -

hardiĝi (eo)

Άλλες γραφές[επεξεργασία]