haunt
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | haunt |
γ΄ ενικό ενεστώτα | haunts |
αόριστος | haunted |
παθητική μετοχή | haunted |
ενεργητική μετοχή | haunting |
haunt (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
haunt (en)