head of household
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
head of household | heads of household |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]head of household (en)
- ο οικοδεσπότης, ο νοικοκύρης του σπιτιού