hebdomadaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- hebdomadaire < λατινική hebdomadarius
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɛb.dɔ.ma.dɛʁ/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hebdomadaire | hebdomadaires |
hebdomadaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hebdomadaire | hebdomadaires |
hebdomadaire (fr) αρσενικό
- εβδομαδιαίο περιοδικό