hiérarchique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /je.ʁaʁ.ʃik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hiérarchique | hiérarchiques |
hiérarchique (fr) αρσενικό ή θηλυκό