highfalutin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

  • φανφάρα, υπεροπτική κενολογία, πομπώδης μα κενός λόγος
    Συνώνυμα: high-flown bombastic language
  • φλυαρία, πολυλογία• συνήθως χρησιμοποιείται όταν μιλάς θετικά για κάτι
  • φανφαρόνος
  • ψωνισμένος