holiday
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
holiday | holidays |
holiday (en)
- η γιορτή
- ↪ New Year’s Day is a holiday in Greece.
- Η Πρωτοχρονιά είναι γιορτή στην Ελλάδα.
- ↪ New Year’s Day is a holiday in Greece.
- (ΗΒ) οι διακοπές
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | holiday |
γ΄ ενικό ενεστώτα | holidays |
αόριστος | holidayed |
παθητική μετοχή | holidayed |
ενεργητική μετοχή | holidaying |
holiday (en)
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 190. ISBN 9780194325684., λήμμα: γιορτή