homme d'affaires
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
homme d'affaires | hommes d'affaires |
homme d'affaires (fr) αρσενικό (θηλυκό femme d'affaires)