homocentrique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɔ.mɔ.sɑ̃.tʁik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
homocentrique | homocentriques |
homocentrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό