Μετάβαση στο περιεχόμενο

houndstooth

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
houndstooth houndsteeth

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
 δείτε τις λέξεις hound, 's και tooth (κυριολεκτικά: δόντι του λαγωνικού, του κυνηγόσκυλου)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /haʊndstuːθ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

houndstooth (fr) αρσενικό

  1. διακοσμητικό στοιχείο μοτίβου pied-de-poule ή καρό που μοιάζει με σκακιέρα
  2. (ενδυμασία) ύφασμα με το μοτίβο pied-de-poule