housebroken

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

housebroken (en) (χωρίς παραθετικά)

  • για ζώο που χρησιμοποιεί τουαλέτα (ουρεί και αφοδεύει) έξω από το σπίτι

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]