hulotte
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hulotte | hulottes |
hulotte (fr) θηλυκό
- ο γκιόνης
ενικός | πληθυντικός |
hulotte | hulottes |
hulotte (fr) θηλυκό