hurtle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | hurtle |
γ΄ ενικό ενεστώτα | hurtles |
αόριστος | hurtled |
παθητική μετοχή | hurtled |
ενεργητική μετοχή | hurtling |
Ρήμα
[επεξεργασία]hurtle (en)
Δείτε επίσης : hurdle |
ενεστώτας | hurtle |
γ΄ ενικό ενεστώτα | hurtles |
αόριστος | hurtled |
παθητική μετοχή | hurtled |
ενεργητική μετοχή | hurtling |
hurtle (en)