hyperactivité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.pɛ.ʁak.ti.vi.te/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hyperactivité | hyperactivités |
hyperactivité (fr) θηλυκό