ilação

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ilação (pt) < λατινικό illatione

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ilação (pt) θηλυκό