illumination
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
illumination | illuminations |
illumination (fr) θηλυκό
- η φωταγώγηση, η φωταγωγία, η φωταψία