illumination
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]illumination (en)
- η φωταγώγηση, η φωταγωγία, η φωταψία
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
illumination | illuminations |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]illumination (fr) θηλυκό
- η φωταγώγηση, η φωταγωγία, η φωταψία