immobilier

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό immobilier immobiliers
θηλυκό immobilière immobilières

immobilier (fr)

  1. ακίνητος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
immobilier immobiliers

immobilier (fr) αρσενικό

  1. η ακίνητη περιουσία