imprévisible

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
imprévisible < in- + prévisible

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɛ̃.pʁe.vi.zibl/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
imprévisible imprévisibles

imprévisible (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]