Μετάβαση στο περιεχόμενο

in front of

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
in front of <  δείτε τις λέξεις in, front και of

Πρόθεση

[επεξεργασία]

in front of (en)

  1. μπροστά, μπροστά σε, σε μια θέση που είναι πιο μπροστά από κάποιον ή κάτι, αλλά όχι πολύ μακριά
    παράδειγμα  Look in front of of you!
    Κοίτα μπροστά σου!
    παράδειγμα  in front of my eyes - μπροστά στα μάτια μου
    παράδειγμα  in front of the house - μπροστά στο σπίτι
     συνώνυμα:  δείτε τη λέξη ahead of
  2. μπροστά, μπροστά σε, μπροστά από, απέναντι, σε μια θέση που βλέπει προς κάποιον ή κάτι
    παράδειγμα  They brought him in front of the judge.
    Τον έφεραν μπροστά στο δικαστή.
    παράδειγμα  Don’t sit in front of the TV.
    Μην κάθεστε μπροστά στην τηλεόραση.
    παράδειγμα  He passed in front of my house a little bit ago.
    Πέρασε μπροστά από το σπίτι μου πριν λίγο.
    παράδειγμα  He is sitting in front of me.
    Κάθεται μπροστά μου.
    παράδειγμα  The sea stretched out in front of us.
    Απέναντί μας απλωνόταν η θάλασσα.
     συνώνυμα: before
  3. μπροστά, μπροστά σε, ενώπιόν του κάποιου, κάνω κάτι όταν είναι κάποιος εκεί
    παράδειγμα  He said it in front of me.
    Το είπε μπροστά μου.
    παράδειγμα  He slipped and fell in front of the whole class.
    Γλίστρησε κι έπεσε μπροστά σ' όλη την τάξη.
    παράδειγμα  What you say now, you will also repeat in front of him.
    Ό,τι λες τώρα θα το επαναλάβεις και ενώπιόν του.
  4. μπροστά, με χρονική σημασία, κάτι δεν έχει περάσει ακόμα
    παράδειγμα  He has his whole life in front of him.
    Έχει όλη τη ζωή μπροστά του.
     συνώνυμα:  δείτε τη λέξη ahead of