incarcération
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
incarcération | incarcérations |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]incarcération (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
incarcération | incarcérations |
incarcération (fr) θηλυκό