Μετάβαση στο περιεχόμενο

incoming link

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
incoming link <  δείτε τις λέξεις incoming και link

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
incoming link incoming links

incoming link (en)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]