indicateur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | indicateur | indicateurs |
θηλυκό | indicatrice | indicatrices |
indicateur (fr)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
indicateur | indicateurs |
indicateur (fr) αρσενικό
- ο καταδότης, o σπιούνος, o πληροφοριοδότης
- ο δείκτης
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη indiquer