inesthétique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
inesthétique inesthétiques

Επίθετο

[επεξεργασία]

inesthétique (fr) αρσενικό ή θηλυκό