innumerous
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | innumerous |
συγκριτικός | more innumerous |
υπερθετικός | most innumerous |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- innumerous < (άμεσο δάνειο) λατινική innumerus
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɪnˈn(j)u.mɝ.əs/
Επίθετο[επεξεργασία]
innumerous (en)
- που δεν μπορεί να μετρηθεί ή να απαριθμηθεί· αναρίθμητος, αμέτρητος (συχνά χρησιμοποιείται ως υπερβολή)