insufflation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
insufflation | insufflations |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
insufflation (fr) θηλυκό
- η εμφύσηση
ενικός | πληθυντικός |
insufflation | insufflations |
insufflation (fr) θηλυκό