insulation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]insulation (en)
- η μόνωση
Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]- thermal insulation ή heat insulation: θερμομόνωση
- sound insulation: ηχομόνωση