Μετάβαση στο περιεχόμενο

intenci

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
intenci < intenc- + -i

intenci (eo)



Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

intenci (io)