intensification
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
intensification | intensifications |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
intensification (fr) θηλυκό
- η αύξηση
- η εντατικοποίηση
ενικός | πληθυντικός |
intensification | intensifications |
intensification (fr) θηλυκό