Μετάβαση στο περιεχόμενο

interest rate

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
interest rate interest rates

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
interest rate <  δείτε τις λέξεις interest και rate

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

interest rate (en)