interest rate
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
interest rate | interest rates |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
interest rate (en)
ενικός | πληθυντικός |
interest rate | interest rates |
interest rate (en)