internaute
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɛ̃.tɛʁ.not/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
internaute | internautes |
internaute (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- χρήστης του δικτύου Ίντερνετ