interneuron
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
interneuron | interneurons |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
interneuron (en)
- (νευρολογία) διανευρώνας, διάμεσος-διαμεσολαβητικός νευρώνας