interventionniste

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɛ̃.tɛʁ.vɑ̃.sjɔ.nist/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
interventionniste interventionnistes

interventionniste (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]