intrication
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
intrication | intrications |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
intrication (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
intrication | intrications |
intrication (fr) θηλυκό