invito
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | invito | invitoj |
αιτιατική | inviton | invitojn |
invito (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | invito | invitoj |
αιτιατική | inviton | invitojn |
invito (eo)