ipocrita
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ipocrita < λατινική hypòcrita < αρχαία ελληνική ὑποκριτής
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
ipocrita | ipocriti |
ipocrita (it)