ipoteca
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
ipoteca | ipoteche |
ipoteca (it) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
ipoteca | ipoteche |
ipoteca (it) θηλυκό