islamique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /is.la.mik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
islamique islamiques

islamique (fr) αρσενικό ή θηλυκό