isotherme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
isotherme isothermes

Επίθετο[επεξεργασία]

isotherme (fr) αρσενικό ή θηλυκό